Κασέτες

Η βιντεοταινία ήταν μια τεχνολογική καινοτομία που εμφανίστηκε την κατάλληλη στιγμή. Οι κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές συνθήκες ήταν, όπως λέει το κλισέ, ώριμες για κάτι φτηνό, μαζικό και κυρίως έξω από τον έλεγχο των κατεστημένων καναλιών. Δεν είναι τόσο μακρινή για να την έχει ξεχάσει εντελώς το κοινό, αλλά μέχρι σήμερα παραμένει ένα παρεξηγημένο, αχαρτογράφητο πεδίο, από αυτά που για διάφορους λόγους η ελληνική πανεπιστημιακή κοινότητα μοιάζει να σνομπάρει σχεδόν επιδεικτικά.

Ορσαλία-Ελένη Κασσαβέτη, Η ελληνική βιντεοταινία

Το βιβλίο της Ορσαλίας-Ελένης Κασσαβέτη τοποθετεί τη βιντεοταινία στο ιστορικό της πλαίσιο. Δείχνει την καλλιτεχνική συνομιλία της με το ήδη κλασικό τότε σινεμά της δεκαετίας του 1960 και το αναγεννημένο (για λίγο) εμπορικό σινεμά των αρχών της δεκαετίας του 1980. Η βιντεοταινία δεν παρακολούθησε το σινεμά του δημιουργού· από το βιβλίο και την προσωπική μας πείρα γίνεται εντελώς προφανές το γιατί.

Το σινεμά της δεκαετίας του ‘60 και αυτό των αρχών του ‘80 ήταν για τους δημιουργούς της βιντεοταινίας οι δύο βασικές αναφορές για τις θεματικές της. Η βιντεοταινία σχεδόν δεν άγγιξε σπάνια για την ελληνική κινηματογραφική παραγωγή είδη όπως το θρίλερ, ενώ δεν άγγιζε ούτε ακριβά και όχι ιδιαίτερα εμπορικά στην εποχή της είδη σαν το μιούζικαλ. Λιτότητα στα μέσα, τις θεματικές, την παραγωγή.

Η μελέτη μπορεί να αφορά περισσότερο τη σχέση της βιντεoταινίας με το άμεσο παρελθόν της, υπήρξε πάντως μια περιορισμένη επαφή με το τότε παρόν της δημόσιας τηλεόρασης, όταν τα πειράματα του ενίοτε σκληρού ρεαλισμού της πρώτης τετραετίας του ΠΑΣΟΚ είχαν τερματιστεί χωρίς να έχουν σημαντική κριτική ή εμπορική απήχηση. Όχι από ευθύνη της ερευνήτριας, τα αρχεία των εκπομπών που θα διευκόλυναν μια μελλοντική(;) σύγκριση είναι ελλιπή και σε αυτό οι ευθύνες των ηγεσιών της ΕΡΤ της δεκαετίας του 80 είναι δεδομένες και καταγεγραμμένες· μικρή παρηγοριά το ότι το ίδιο έκανε ακόμα και το BBC.

Μια κάποια επαφή υπήρξε και μετά το 1990, όταν τα ιδιωτικά κανάλια βρήκαν στον χώρο της βιντεοταινίας τους πρωταγωνιστές (κυρίως δεύτερα ονόματα), τους συντελεστές και τη γραμμή παραγωγής του φτηνού σίριαλ. Τα πρώτα 4-5 χρόνια της λειτουργίας τους το Mega και ο Ant1 έβγαζαν το καθένα από δέκα ή και περισσότερα σίριαλ ανά σεζόν χωρίς τα περισσότερα να έχουν τίποτα το καλλιτεχνικά αξιομνημόνευτο (Βαλούκος 2008). Εικοσιπέντε χρόνια μετά, ίσως θα πρέπει επιτέλους να παραδεχτούμε ότι οι Απαράδεκτοι ήταν ουσιαστικά μια βιντεοκασέτα με κάπως καλύτερο σενάριο.

Το νήμα ίσως φτάνει στις μέρες μας. Μέσα στο νοσταλγικό κύμα για τα 80s και την κρίση που σπρώχνει σε φτηνές λύσεις, η επιστροφή στο περιβάλλον της βιντεοταινίας μοιάζει εύλογη. Ίσως θα έπρεπε να επαναπροσδιορίσουμε κάποιους youtubers σαν νέους βιντεοκασετάδες;

Το βιβλίο είναι η διδακτορική διατριβή της Κασσαβέτη και σε αυτό απλά αναπαράγει ένα δύσκαμπτο στυλ με τις μακροσκελείς υποσημειώσεις και την περιγραφή υλικού που δεν αποδίδεται αρκετά καλά μόνο με κείμενο. Αυτή είναι μια αδυναμία του βιβλίου που δεν μειώνει την χρησιμότητά του. Είναι ένα βιβλίο που έχει να πει αρκετά στον ερευνητή (όχι τα πάντα) και πάρα πολλά στον φίλο των ταινιών· σε κάθε περίπτωση είναι μια καλή αρχή για εξερεύνηση μιας δεκαετίας που ήδη βλέπουμε με νοσταλγία.


Βαλούκος, Στάθης. 2008. Ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης. Αθήνα: Αιγόκερως.